Μετά την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας το 2012-13, θεσπίστηκε μέσω του Περί Εταιρειών (τροποποιητικός) (αριθ. 2) Νόμου του 2015 η διαδικασία του Examinership (Διορισμός Εξεταστή) ως μηχανισμός διάσωσης για εταιρείες που βρίσκονται αντιμέτωπες με οικονομική δυσχέρεια. Προηγουμένως, μόνη διαθέσιμη οδός για εταιρείες που βρίσκονταν σε κίνδυνο αφερεγγυότητας ήταν να τεθούν σε εκκαθάριση. Το Examinership θεωρείται μια καινοτόμα και εναλλακτική λύση σε σύγκριση με τις παραδοσιακές πρακτικές που αναφέρθηκαν , ενώ τα ποσοστά βιωσιμότητας του θεωρούνται αρκετά υψηλά.
Το Examinership έχει τις ρίζες του στον Ιρλανδικό περί Εταιρειών Νόμο του 1990. Το Ιρλανδικό μοντέλο χρησιμοποιείται κατά κόρον και χρησιμεύει ως σωσίβια λέμβος για τις επιχειρήσεις που διανύουν μια περίοδο χρηματοοικονομικών δυσχερειών διατηρώντας με αυτόν τον τρόπο χιλιάδες θέσεις εργασίας και αποφεύγοντας την κρυσταλλοποίηση εκατομμυρίων ευρώ σε απολύσεις και αξιώσεις υπαλλήλων, οι οποίες διαφορετικά θα έπρεπε να εξοφληθούν από το κράτος. Επιπρόσθετα, εκτός από τα οικονομικά οφέλη που επιφέρει το Examinership, συμβάλλει και στην αποφυγή της ψυχική δυσφορίας που θα μπορούσε να προκληθεί στους εργαζομένους με τον τερματισμό της απασχόλησης τους.
Ένας άλλος κλάδος που ωφελείται από το Examinership είναι οι πιστωτές της εταιρείας οι οποίοι απολαμβάνουν ψηλότερες αποζημιώσεις από αυτές που θα έπαιρναν αν η επιχείρηση τίθετο σε εκκαθάριση. Στην Ιρλανδία είναι οφθαλμοφανές ότι ο Διορισμός Εξεταστή συνέβαλε θετικά στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και στη βελτίωση την οικονομίας ευρύτερα, παρέχοντας μια δεύτερη ευκαιρία ανάπτυξης σε εταιρείες που διαφορετικά θα είχαν αποτύχει. Το λαμπρό παράδειγμα της Ιρλανδίας επιτρέπει την ασφαλή εξαγωγή του συμπεράσματος ότι η ένταξη του μηχανισμού αυτού στην Κυπριακή πραγματικότητα θα μπορούσε να επιφέρει ανάλογα αποτελέσματα και να δώσει μια ανάσα στην οικονομία.
Αρχικά, προκειμένου μια εταιρεία να είναι σε θέση να προχωρήσει σε διαδικασία διορισμού του εξεταστή, πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει ο Νόμος οι οποίες είναι οι εξής:
- Η εταιρεία να θεωρείται αφερέγγυα ή να οδεύει προς αφερεγγυότητα και ουσιαστικά να βρίσκεται σε αδυναμία αποπληρωμής των χρεών και υποχρεώσεων της και
- Η εταιρεία να έχει εύλογη προοπτική επιβίωσης.
Οι προϋποθέσεις αυτές εξετάζονται στην έκθεση ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα που υποβάλλεται στο Δικαστήριο στα πλαίσια της αίτησης για να τεθεί η εταιρεία υπό την προστασία του Δικαστηρίου. Η έκθεση ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα συνήθως ετοιμάζεται από έναν λογιστή που δύναται να είναι ο ελεγκτής της εταιρείας και είθισται να κατέχει εμπειρία στον κλάδο της αφερεγγυότητας.
Για την περίοδο των 4 μηνών που η εταιρείας τίθεται υπό την προστασία του Δικαστηρίου με σχετικό διάταγμα, οι πιστωτές της εμποδίζονται από το να απαιτούν οποιαδήποτε αξίωση εναντίον της, είτε δικαστικών είτε άλλως πως. Η περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί έως 6 μήνες. Αυτό σημαίνει ότι ένας εξασφαλισμένος πιστωτής δεν μπορεί να διορίσει Διαχειριστή / Παραλήπτη και οι φορολογικές αρχές εμποδίζονται από το να καταχωρήσουν αίτηση εκκαθάρισης εναντίο της εταιρείας. Επομένως, η προστασία θεωρείται απεριόριστη.
Η χρονική περίοδος των τεσσάρων αυτών μηνών που διατίθεται στον εξεταστή, ο οποίος είναι σύμβουλος αφερεγγυότητας και διορίζεται από το Δικαστήριο για να ενεργεί εκ μέρους της εταιρείας, χρησιμοποιείται προκειμένου να εξασφαλίσει επενδύσεις και να ετοιμάσει ένα Σχέδιο αναδιάρθρωσης (scheme of arrangement) για την αντιμετώπιση των απαιτήσεων όλων των μελών και των πιστωτών. Το Σχέδιο αναδιάρθρωσης τίθεται σε ψηφοφορία μεταξύ των πιστωτών και θα πρέπει να εγκριθεί από τουλάχιστον μία τάξη πιστωτών για να επικυρωθεί ακολούθως από το Δικαστήριο. Το Σχέδιο αναδιάρθρωσης θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την τίθενται όλα τα μέρη σε πιο ευνοϊκή θέση από ότι θα ήταν εάν η εταιρεία εκκαθαριζόταν.
Μόλις το Δικαστήριο εγκρίνει το σχέδιο αναδιάρθρωσης, αυτό καθίσταται δεσμευτικό για όλα τα μέλη και τους πιστωτές, ανεξάρτητα από το εάν ψήφισαν υπέρ ή κατά. Τα ποσά που οφείλονται στους πιστωτές είτε αναδιαρθρώνονται είτε αποπληρώνονται μέσω πληρωμής του μερίσματος που προβλέπεται στο Σχέδιο. Επομένως, μπορεί να αναδιαμορφώσει πλήρως τον ισολογισμό μιας εταιρείας από αφερέγγυα σε φερέγγυα δρώσα οικονομική μονάδα.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα παραμένει χαμηλό το ενδιαφέρον των επιχειρηματιών για χρήση αυτού του μηχανισμού αναδιάρθρωσης. Αυτό φαίνεται να προκύπτει κυρίως από την έλλειψη εξοικείωσης με την εν λόγω διαδικασία.
Η απάντηση σε αυτές τις ανησυχίες είναι σχετικά απλή: Μέσω του Σχεδίου Αναδιάρθρωσης, η εταιρεία θα εξασφαλίσει νέες επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένου επαρκούς κεφαλαίου κίνησης, ώστε να είναι έτοιμη να επιστρέψει στην αγορά και να συνεχίσει τις εμπορικές της δραστηριότητες. Οι επενδύσεις συμβάλλουν επίσης στην κάλυψη των εξόδων του Εξεταστή. Πολύ συχνά οι επενδυτές προχωρούν στη χρηματοδότηση μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθεί Σχέδιο αναδιάρθρωσης με τους πιστωτές, διαφορετικά δεν θα επένδυαν σε μια αφερέγγυα εταιρεία με ενδεχόμενες πιέσεις από πιστωτές. Το Σχέδιο αναδιάρθρωσης παρέχει βεβαιότητα στους επενδυτές ως προς το πώς θα αντιμετωπιστούν οι πιστωτές.
Το Examinership είναι ο επίσημος μηχανισμός διάσωσης εταιρειών της Ιρλανδίας που υποστηρίζει τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ), ο οποίες είναι οι μεγαλύτεροι πάροχοι απασχόλησης στη χώρα, αντιπροσωπεύοντας περίπου τα τρία τέταρτα (70,1%) της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα. Η οικονομική ύφεση από το 2008 και μετά και η επακόλουθη ανάκαμψη είχε σημαντικό αντίκτυπο στο τοπίο των ΜΜΕ σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η εταιρική ανάκαμψη, ωστόσο, στην Ιρλανδία υπήρξε ταχεία και σταθερή τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας, τα επιτόκια αθέτησης δανείων των ΜΜΕ μειώθηκαν κατά 32,7% από το 2015, λόγω του αντίκτυπου των μηχανισμών του πλαισίου προληπτικής αναδιάρθρωσης . Το Εxaminership τα τελευταία χρόνια θεωρείται ως η πιο προσιτή διαδικασία στις εταιρείες καθώς προσφέρει μια λιγότερο δαπανηρή και αποτελεσματικότερη διαδικασίας υποβολής αιτήσεων στο δικαστήριο. Αυτό ενθαρρύνει τους διευθυντές εταιρειών με οικονομικές δυσκολίες να εξετάζουν τη ν διαδικασία και να ζητούν βοήθεια από επαγγελματίες το συντομότερο δυνατό για να ενισχύσουν τις προοπτικές επιβίωσης της εταιρείας τους.
Από το 2015 έως σήμερα, 5.439 εργαζόμενοι συνολικά στην Ιρλανδία έχουν διατηρήσει τις δουλειές τους μέσω του Examinership, 3.744 εκ των οποίων κατείχαν θέσεις εργασίας σε ΜΜΕ, αντιπροσωπεύοντας έτσι το 69% των συνολικών θέσεων εργασίας. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια αλυσιδωτή βελτίωση στην τοπική οικονομία, η οποία επωφελείται από την επιχείρηση που έχει διασωθεί, ενώ τα οφέλη επεκτείνονται και στις άλλες τοπικές επιχειρήσεις.
Η Baker Tilly Ιρλανδίας κατέχει ηγετική θέση σε διορισμούς Εξεταστή και στον τομέα της εταιρικής ανάκαμψης. Έχει πετύχει τη διάσωση 1.527 θέσεων εργασίας σε ΜΜΕ για την χρονική περίοδο από το 2015 έως το τελευταίο τρίμηνο του 2019, φθάνοντας το εντυπωσιακό ποσοστό 41% επί του συνόλου των διασωθέντων θέσεων εργασίας των ΜΜΕ.
Στην Κύπρο, το συνολικό χαρτοφυλάκιο εταιρικών δανείων κυμαίνεται έως και 45% των συνολικών δανειακών διευκολύνσεων, ενώ τα δάνεια των ΜΜΕ αντιστοιχούν στο 74% του συνόλου των εταιρικών δανείων. Το ένα τρίτο (33%) των δανείων των ΜΜΕ καταγράφονται ως μη εξυπηρετούμενα, γεγονός που προκαλεί ανησυχία για την κυπριακή οικονομία και θα έπρεπε να λειτουργεί ως κάλεσμα αφύπνισης για τους επιχειρηματίες μας.
Από το 2015 που θεσπίστηκε ο μηχανισμός του Examinership, υπήρξαν 18 ανεπιτυχείς διορισμοί εξεταστών με την κύρια αιτία αποτυχίας να είναι ότι οι συγκεκριμένες αιτήσεις για τον Διορισμό Εξεταστή υποβλήθηκαν με απώτερο σκοπό να διακόψουν τις διαδικασίες διορισμού Παραλήπτη και Διαχειριστή στην εταιρεία, που είχαν ήδη ενεργοποιηθεί εναντίον της από ενυπόθηκο δανειστή της.
Καθώς ο αντίκτυπος στην οικονομία που προκλήθηκε ένεκα της πανδημίας COVID-19 συνεχίζει να εξελίσσεται, οι επιχειρηματίες θα πρέπει να διασφαλίσουν την ελαχιστοποίηση του κινδύνου που ελλοχεύει στην επιχείρησή τους, λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της συνέχειας των εργασιών τους. Οι ΜΜΕ αντιπροσωπεύουν το 72,5% των κυπριακών επιχειρήσεων και είναι φανερό ότι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας. Κατά συνέπεια, οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων έχουν επιπλέον ευθύνη να λάβουν προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για να διασφαλίσουν την οικονομική ευημερία της επιχείρησής τους καθώς και της ευρύτερης οικονομίας. Η δυνατότητα διάσωσης κάποιων υποβαθμισμένων επιχειρήσεων θα ήταν πολύ μεγαλύτερη εάν οι διευθυντές της εταιρείας συνειδητοποιήσουν το μέγεθος της προστασίας που τους παρέχεται μέσω του Examinership και ζητούσαν συμβουλές έγκαιρα.
Το Examinership καθιερώθηκε ως ένας προληπτικός μηχανισμός αναδιάρθρωσης που διατίθεται σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες, με κύριο επίκεντρο τη διατήρηση θέσεων εργασίας και την συμβολή στην ευρύτερη κοινότητα. Ο σχεδιασμός βιωσιμότητας των εταιρειών πρέπει να είναι η πρωταρχική στρατηγική κάθε επιχείρησης που αντιμετωπίζει την άνευ προηγουμένου πρόκληση του COVID-19.
Έφη Φιλίππου, Associate, Corporate Recovery Services